Οι ουλές είναι ορατά σημάδια που μένουν στο δέρμα μετά από έναν τραυματισμό (έγκαυμα, χημικό, μηχανικό), καθώς ενεργοποιούνται οι μηχανισμοί επούλωσης από τον οργανισμό, για τη διατήρηση της δομικής και λειτουργικής ακεραιότητας του ιστού που έχει υποστεί βλάβη. Η ατελής επούλωση μπορεί να οδηγήσει σε ουλές που δημιουργούν παραμόρφωση αφήνοντας ένα άσχημο αισθητικό αποτέλεσμα. Οι ουλές διακρίνονται σε υπερτροφικές, ατροφικές, χηλοειδή, μετεγχειρητικές, μετεγκαυματικές και ρικνωτικές, ενώ ειδική κατηγορία αποτελούν οι ουλές ακμής.
Οι ουλές ακμής προκύπτουν ως αποτέλεσμα της μη φυσιολογικής επούλωσης του ακνεϊκού δέρματος και οφείλονται τόσο σε κληρονομικούς παράγοντες, όσο και στη μη δραστική και έγκαιρη Θεραπεία Ακμής.
Ατροφικές ουλές είναι ουλές που εμφανίζουν ατροφικό, λεπτό δέρμα στο σημείο της ουλής.
Υπερτροφικές ουλές είναι ουλές δύσμορφες με μεγάλο μέγεθος που δεν υπερβαίνει όμως τα όρια της αρχικής βλάβης.
Τα χηλοειδή έχουν εμφανώς μεγαλύτερο μέγεθος, παρουσιάζουν δυσμορφία και εκτείνονται πέρα από τα όρια της αρχικής βλάβης.
ΑΙΤΙΕΣ
Η δημιουργία των ουλών οφείλεται στην παράλληλη δράση των λειτουργιών του αναβολισμού και του καταβολισμού. Για να αντιμετωπίσει η επιδερμίδα τη βλάβη, δημιουργεί νέες ίνες κολλαγόνου, μιας ινώδους πρωτεΐνης που αποκαθιστά τη συνοχή του δέρματος. Η εναπόθεση όμως, του κολλαγόνου στην ουλή ακμής δεν γίνεται συγκροτημένα αλλά άναρχα, διαταράσσοντας την αρχιτεκτονική του δέρματος. Κατά τη διάρκεια της επούλωσης, ο οργανισμός παράγει πολύ κολλαγόνο, το οποίο δημιουργεί ένα έπαρμα στο δέρμα. Η αυξημένη αυτή παραγωγή κολλαγόνου οφείλεται σε αυξημένη δραστηριότητα αναβολισμού.
Χηλοειδείς ουλές ακμής μπορεί να προκληθούν σε κάποιες περιπτώσεις βαριάς ακμής σε προδιατεθειμένα άτομα. Πρόκειται για τις υπερβολικά υπερτροφικές ουλές ακμής που εμφανίζονται συνήθως στην πλάτη, τους ώμους και το στήθος. Η χηλοειδής ακμή χαρακτηρίζεται από δύσμορφες, μεγάλες ουλές.
Τα χηλοειδή πολλές φορές σχηματίζονται και μετά από κάκωση του δέρματος όπως έγκαυμα, χειρουργική επέμβαση και εμβολιασμός ή μετά από δερματοστιξία (τατουάζ). Έχουν συχνότερες περιοχές εμφάνισης την πλάτη, το θώρακα και το λαιμό, καθώς επίσης και το πιγούνι και τα λοβία των αυτιών. Προσβάλλουν συχνότερα σκουρόχρωμες επιδερμίδες, και έχουν μία ιδιαίτερη προτίμηση στο γυναικείο φύλο και στη μαύρη φυλή. Συνήθως, τα αίτια εμφάνισης των χηλοειδών είναι κληρονομικά ή οφείλονται σε ενδοκρινικούς παράγοντες.
ΘΕΡΑΠΕΙA
Συνηθέστερες μέθοδοι αντιμετώπισης των χηλοειδών είναι οι ενδοβλαβικές (πάνω στο χηλοειδές) ενέσεις κορτιζόνης και η κρυοθεραπεία με υγρό άζωτο. Η κρυοθεραπεία για σχετικά μικρά χηλοειδή λειτουργεί προκαλώντας ισχυρή ψύξη μέσω ψεκασμού στα χηλοειδή πού νεκρώνονται τοπικά και σταδιακά αποπίπτουν. Για μεγαλύτερα χηλοειδή με αρκετό όγκο υπάρχει η ειδική μέθοδος ψύξεως εκ των έσω του χηλοειδούς (cryoshape).
Άλλες μέθοδοι είναι τα φύλλα σιλικόνης, η πίεση με ειδική περίδεση, η κλειστή περίδεση, το laser, οι ενδοβλαβικές εγχύσεις ιντερφερόνης, η ακτινοθεραπεία και η χειρουργική εκτομή.